12 Απρ 2012

Γιατί

Αγόρασα τον "Κόκκινο Σουλτάνο" του Βασίλη Τζανακάρη πρόσφατα και, από τις πρώτες σελίδες, θα έλεγα πως πρόκειται για ένα από τα πιο καλογραμμένα βιβλία που έχω διαβάσει - συνάμα και από τα πιο άρτια τεκμηριωμένα. Τυχαίνει να γνωρίζω το συγγραφέα και την προσφορά του τόσο στη δημοσιογραφία όσο και στα σερραϊκά γράμματα. Και, φυσικά, το τρομακτικού μεγέθους αρχειακό υλικό που διαθέτει και που για να το στεγάσει χρειάστηκε ένα ολόκληρο διαμέρισμα.
Κάπου εκεί παλιά στα '80s, όντας μαθητής του δημοτικού και του γυμνασίου, διάβαζα το "Γιατί" που ερχόταν στο γραφείο του πατέρα μου σε συνδρομή. Αν και δε καταλάβαινα εντελώς κάποια από τα άρθρα ως μη αρκούντως ώριμος ακόμα, εντυπωσιαζόμουν πάντοτε από το φωτογραφικό υλικό που απεικόνιζε γωνιές της πόλης μας σε παλιές εποχές και από τα συνοδευτικά κείμενα για την ιστορία του τόπου στον οποίο μεγαλώσαμε και περπατήσαμε. Γιατί ήταν αυτή ακριβώς η μαγεία εκείνης της στιγμής: ότι εκείνο που έδειχνε η φωτογραφία ήταν μπροστά μου. Κι ύστερα... αυτά τα πρόσωπα, οι πελάτες στα καφενεία, οι περαστικοί στους δρόμους, οι στρατιώτες και οι εργάτες. Η δική μου γειτονιά, πότε με χαμηλούς τούρκικους οντάδες, πότε με λασπερούς δρόμους και χαντάκια, κι άλλοτε με τριώροφα σπίτια και πολυκατοικίες από μπετόν.
Κάπως έτσι λοιπόν ξεκίνησα να πάω στον δεύτερο όροφο του Επιμελητηρίου, εκεί που στεγαζόταν παλιά η Δημοτική μας Βιβλιοθήκη και να βρω κι άλλους "φίλους": τον Πέτρο Πέννα και τον Γιώργο Καφταντζή πρωτίστως, αλλά και τόσους άλλους που με βοήθησαν να μάθω καλύτερα τον τόπο που γεννήθηκα. Στο μεταξύ ξεπήδησε η ελεύθερη τηλεόραση και οι Σερραίοι, πάντα πρωτοπόροι και ρηξικέλευθοι (ή υπερφίαλοι και φανφαρόνοι, πάρτε το όπως θέλετε) έστησαν πέντε-έξι τηλεοπτικούς σταθμούς στις αρχές του '90 - περισσότερους από κάθε νομό της χώρας. Ένα από εκείνα τα απογεύματα, ο Βασίλης Τζανακάρης δήλωνε πως "γνωρίζω σχεδόν κάθε γωνιά της πόλης και μπορώ να σας πω τι υπήρχε εκεί πριν από 50, 100 και 200 ακόμη χρόνια πίσω". Και άρχιζε να απαριθμεί παραδείγματα! Λίγο αργότερα, φοιτητής ων, σταλθείς από κάποιον καθηγητή, ζήτησα από το συγγραφέα να του τακτοποιήσω το αρχείο. "Είσαι σίγουρος;" με ρώτησε ο Βασίλης. "Είμαι", απάντησα ανυποψίαστος. Μόλις με οδήγησε στο αρχείο... είδα, κράτησα την ψυχραιμία μου και του είπα ότι θα ξαναπεράσω. Δεν ξαναπέρασα. Θεώρησα ευκολότερο να ξεκινήσω να σκάβω μέχρι την Αμφίπολη. Μπορεί να έφερνα θάλασσα στα Σέρρας, μπορεί ο Κουλάς να γινόταν νησί. Το αρχείο πάντως δε θα το άγγιζα.
Κάποτε, έμαθα ότι το "Γιατί" επρόκειτο να σταματήσει να εκδίδεται. Επισκέφτηκα πάλι το συγγραφέα, μιλήσαμε για πολιτική, εκπαίδευση, τα Σέρρας, την Πεντάπολη -χωριό των μητέρων μας, τα βιβλία. Ετοίμαζε τότε τη "Δίκη των Εξ", αν θυμάμαι καλά. Και με γέμισε βιβλία, περιοδικά, μου έγραψε αφιερώσεις, δεν ξέχασε ούτε τη γυναίκα μου σ' αυτές, και πάλι με χαιρέτησε με το χαμόγελο για να βυθιστεί στο γραφείο του και στις εφημερίδες του και στο υλικό του. Και το "Γιατί" σταμάτησε. Γιατί, ξέρουμε καλά όλοι. Γιατί έπρεπε να το αγκαλιάσουμε όλοι και κυρίως οι Αρχές του τόπου.
Ουδείς προφήτης στον τόπο του, Βασίλη!
Εσύ γράφε... (αλλά το "ΓΙΑΤΙ" λείπει...)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου